περιπάθεια

περιπάθεια
περιπάθ-εια [pron. full] [πᾰ],
A gloss on τερθρεία, Tim.Lex.,EM752.47.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • περιπάθεια — η, ΝΜ [περιπαθής] έντονη συναισθηματική κατάσταση, σφοδρή επιθυμία για κάτι …   Dictionary of Greek

  • Ζάκυνθος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Πατέρας του ήταν ο Δάρδανος, γιος του Δία και της Ηλέκτρας. Ο Ζ. έφυγε από τη Φρυγία, όπου είχε καταφύγει ο πατέρας του ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη του Τεύτρου, βασιλιά της χώρας. Από εκεί πήγε στην Αρκαδία και, αφού… …   Dictionary of Greek

  • φλογερότητα — η το να είναι κανείς φλογερός, σφοδρότητα, βιαιότητα, πάθος, ορμή, περιπάθεια, θερμότητα: Η φλογερότητα των συναισθημάτων του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”